Le seguenti parole iniziano con 'g'. Scegli quella desiderata: γῆ (gê) γῆρας (gêras) γηράσκω (gêraskô) Γώγ (Gôg) γωνία (gônia) Γαββαθα (Gabbatha) Γαβριήλ (Gabriêl) Γάδ (Gad) Γαδαρηνός (Gadarênos) γάγγραινα (gaggraina) Γάϊος (Gaios) γαλήνη (galênê) γάλα (gala) Γαλάτης (Galatês) Γαλατία (Galatia) Γαλατικός (Galatikos) Γαλιλαία (Galilaia) Γαλιλαῖος (Galilaios) Γαλλίων (Galliôn) Γαμαλιήλ (Gamaliêl) γαμέω (gameô) γαμίσκω (gamiskô) γαμίζω (gamizô) γάμος (gamos) γάρ (gar) γαστήρ (gastêr) γάζα (gaza) Γάζα (Gaza) γαζοφυλάκιον (gazofulakion) γέ (ge) γεωργέω (geôrgeô) γεώργιον (geôrgion) γεωργός (geôrgos) Γεδεών (Gedeôn) γέεννα (geenna) γείτων (geitôn) γέλως (gelôs) γελάω (gelaô) γέμω (gemô) γεμίζω (gemizô) γένημα (genêma) γενεά (genea) γενεαλογέομαι (genealogeomai) γενεαλογία (genealogia) γενέσια (genesia) γένεσις (genesis) γενετή (genetê) γέννημα (gennêma) Γεννησαρέτ (Gennêsaret) γέννησις (gennêsis) γεννητός (gennêtos) γεννάω (gennaô) γένος (genos) γέρων (gerôn) Γερασηνός (Gerasênos) Γεργεσηνός (Gergesenos) γερουσία (gerousia) Γεθσημανί (Gethsêmani) γεύομαι (geuomai) γινώσκω (ginôskô) γίνομαι (ginomai) γλῶσσα (glôssa) γλωσσόκομον (glôssokomon) γλεῦκος (gleukos) γλυκύς (glukus) γνησίως (gnêsiôs) γνήσιος (gnêsios) γνώμη (gnômê) γνωρίζω (gnôrizô) γνῶσις (gnôsis) γνώστης (gnôstês) γνωστός (gnôstos) γναφεύς (gnafeus) γνόφος (gnofos) γόης (goês) γογγυσμός (goggusmos) γογγυστής (goggustês) γογγύζω (gogguzô) Γολγοθᾶ (Golgotha) Γόμορρα (Gomorra) γόμος (gomos) γονεύς (goneus) γόνυ (gonu) γονυπετέω (gonupeteô) γρηγορέω (grêgoreô) γραώδης (graôdês) γραφή (grafê) γράφω (grafô) γράμμα (gramma) γραμματεύς (grammateus) γραπτός (graptos) γυμνασία (gumnasia) γυμνάζω (gumnazô) γυμνιτεύω (gumniteuô) γυμνός (gumnos) γυμνότης (gumnotês) γυνή (gunê) γυναικάριον (gunaikarion) γυναικεῖος (gunaikeios)
|