Le seguenti parole iniziano con 'd'. Scegli quella desiderata: δή (dê) δηλόω (dêloô) δῆλος (dêlos) δημηγορέω (dêmêgoreô) Δημήτριος (Dêmêtrios) Δημᾶς (Dêmas) δημιουργός (dêmiourgos) δῆμος (dêmos) δημόσιος (dêmosios) δηνάριον (dênarion) δήποτε (dêpote) δήπου (dêpou) δώδεκα (dôdeka) δωδεκάφυλον (dôdekafulon) δωδέκατος (dôdekatos) δῶμα (dôma) δώρημα (dôrêma) δωρεά (dôrea) δωρεάν (dôrean) δωρέομαι (dôreomai) δῶρον (dôron) δαίμων (daimôn) δαιμονιώδης (daimoniôdês) δαιμόνιον (daimonion) δαιμονίζομαι (daimonizomai) δάκνω (daknô) δακρύω (dakruô) δάκρυον (dakruon) δακτύλιος (daktulios) δάκτυλος (daktulos) Δαλμανουθά (Dalmanoutha) Δαλματία (Dalmatia) δάμαλις (damalis) Δάμαρις (Damaris) Δαμασκηνός (Damaskênos) Δαμασκός (Damaskos) δαμάζω (damazô) δάνειον (daneion) δανειστής (daneistês) δανείζω (daneizô) Δανιήλ (Daniêl) δαπάνη (dapanê) δαπανάω (dapanaô) Δαυίδ (Dauid) δέ (de) δέησις (deêsis) δέω (deô) δέχομαι (dechomai) δεῖ (dei) δεῖγμα (deigma) δειγματίζω (deigmatizô) δείκνυμι (deiknumi) δειλία (deilia) δειλιάω (deiliaô) δειλός (deilos) δεινῶς (deinôs) δεῖνα (deina) δεινός (deinos) δειπνέω (deipneô) δεῖπνον (deipnon) δεισιδαίμων (deisidaimôn) δεισιδαιμονία (deisidaimonia) δέκα (deka) δεκαδύο (dekaduo) δεκαπέντε (dekapente) Δεκάπολις (Dekapolis) δεκατέσσαρες (dekatessares) δεκατόω (dekatoô) δέκατος (dekatos) δεκτός (dektos) δελεάζω (deleazô) δένδρον (dendron) δέομαι (deomai) δέος (deos) δέρω (derô) Δέρβη (Derbê) Δερβαῖος (Derbaios) δέρμα (derma) δερμάτινος (dermatinos) δέσμη (desmê) δεσμωτήριον (desmôtêrion) δεσμώτης (desmôtês) δεσμέω (desmeô) δεσμεύω (desmeuô) δέσμιος (desmios) δεσμοφύλαξ (desmofulax) δεσμός (desmos) δεσπότης (despotês) δεῦρο (deuro) δεῦτε (deute) δευτεραῖος (deuteraios) δευτερόπρωτος (deuteroprotos) δεύτερος (deuteros) δεξιολάβος (dexiolabos) δεξιός (dexios) διήγησις (diêgêsis) διηγέομαι (diêgeomai) διηνεκής (diênekês) διωγμός (diôgmos) διώκω (diôkô) διώκτης (diôktês) διά (dia) διαβαίνω (diabainô) διαβάλλω (diaballô) διαβεβαιόομαι (diabebaioomai) διαβλέπω (diablepô) διάβολος (diabolos) διαχωρίζομαι (diachôrizomai) διαχειρίζομαι (diacheirizomai) διαχλευάζω (diachleuazô) διάδημα (diadêma) διαδέχομαι (diadechomai) διαδίδωμι (diadidômi) διάδοχος (diadochos) διαφημίζω (diafêmizô) διαφέρω (diaferô) διαφεύγω (diafeugô) διάφορος (diaforos) διαφθείρω (diaftheirô) διαφθορά (diafthora) διαφυλάσσω (diafulassô) διάγω (diagô) διαγγέλλω (diaggellô) διαγινώσκω (diaginôskô) διαγίνομαι (diaginomai) διαγνωρίζω (diagnôrizô) διάγνωσις (diagnôsis) διαγογγύζω (diagogguzô) διαγρηγορέω (diagrêgoreô) διαιρέω (diaireô) διαίρεσις (diairesis) διακωλύω (diakôluô) διακατελέγχομαι (diakatelegchomai) διακαθαίρω (diakathairô) διακαθαρίζω (diakatharizô) διακονέω (diakoneô) διακονία (diakonia) διάκονος (diakonos) διακόσιοι (diakosioi) διακούω (diakouô) διακρίνω (diakrinô) διάκρισις (diakrisis) διαλαλέω (dialaleô) διαλέγομαι (dialegomai) διαλείπω (dialeipô) διάλεκτος (dialektos) διαλλάσσομαι (diallassomai) διαλογισμός (dialogismos) διαλογίζομαι (dialogizomai) διαλύω (dialuô) διαμάχομαι (diamachomai) διαμαρτύρομαι (diamarturomai) διαμένω (diamenô) διαμερισμός (diamerismos) διαμερίζω (diamerizô) διανέμω (dianemô) διανεύω (dianeuô) διανόημα (dianoêma) διάνοια (dianoia) διανοίγω (dianoigô) διανύω (dianuô) διανυκτερεύω (dianuktereuô) διαπαντός (diapantos) διαπαρατριβή (diaparatribê) διαπεράω (diaperaô) διαπλέω (diapleô) διαπονέομαι (diaponeomai) διαπορέω (diaporeô) διαπορεύομαι (diaporeuomai) διαπραγματεύομαι (diapragmateuomai) διαπρίομαι (diapriomai) διαρπάζω (diarpazô) διαρρήγνυμι (diarrêgnumi) διασῴζω (diasôizô) διασαφέω (diasafeô) διασείω (diaseiô) διασκορπίζω (diaskorpizô) διασπάω (diaspaô) διασπείρω (diaspeirô) διασπορά (diaspora) διάστημα (diastêma) διαστέλλομαι (diastellomai) διαστολή (diastolê) διαστρέφω (diastrefô) διατηρέω (diatêreô) διαταγή (diatagê) διάταγμα (diatagma) διαταράσσω (diatarassô) διατάσσω (diatassô) διατελέω (diateleô) διαθήκη (diathêkê) διατί (diati) διατίθεμαι (diatithemai) διατρίβω (diatribô) διατροφή (diatrofê) διαυγής (diaugês) διαυγάζω (diaugazô) διαζώννυμι (diazônnumi) διχάζω (dichazô) διχοστασία (dichostasia) διχοτομέω (dichotomeô) δίδωμι (didômi) διδαχή (didachê) διδακτικός (didaktikos) διδακτός (didaktos) διδάσκω (didaskô) διδασκαλία (didaskalia) διδάσκαλος (didaskalos) δίδραχμον (didrachmon) Δίδυμος (Didumos) διεγείρω (diegeirô) διενθυμέομαι (dienthumeomai) διερωτάω (dierôtaô) διέρχομαι (dierchomai) διερμηνεύω (diermêneuô) διερμηνευτής (diermêneutês) διετής (dietês) διετία (dietia) διέξοδος (diexodos) διϊκνέομαι (diikneomai) διϊσχυρίζομαι (diischurizomai) διΐστημι (diistêmi) δίκη (dikê) δικαίωμα (dikaiôma) δικαίως (dikaiôs) δικαίωσις (dikaiôsis) δικαιόω (dikaioô) δικαιοκρισία (dikaiokrisia) δίκαιος (dikaios) δικαιοσύνη (dikaiosunê) δικαστής (dikastês) δίκτυον (diktuon) δίλογος (dilogos) διό (dio) διοδεύω (diodeuô) Διονύσιος (Dionusios) διόπερ (dioper) διοπετής (diopetês) διόρθωμα (diorthôma) διόρθωσις (diorthôsis) διορύσσω (diorussô) Διόσκουροι (Dioskouroi) διότι (dioti) Διοτρέφης (Diotrefês) διπλόω (diploô) διπλοῦς (diplous) διψάω (dipsaô) δίψος (dipsos) δίψυχος (dipsuchos) δίς (dis) δισχίλιοι (dischilioi) δισμυριάς (dismurias) διστάζω (distazô) δίστομος (distomos) διθάλασσος (dithalassos) διϋλίζω (diulizô) δοχή (dochê) δόγμα (dogma) δογματίζομαι (dogmatizomai) δοκέω (dokeô) δοκιμή (dokimê) δοκιμασία (dokimasia) δοκιμάζω (dokimazô) δοκίμιον (dokimion) δόκιμος (dokimos) δοκός (dokos) δολιόω (dolioô) δόλιος (dolios) δολόω (doloô) δόλος (dolos) δόμα (doma) Δορκάς (Dorkas) δόσις (dosis) δότης (dotês) δούλη (doulê) δουλαγωγέω (doulagôgeô) δουλεία (douleia) δουλεύω (douleuô) δουλόω (douloô) δοῦλος (doulos) δόξα (doxa) δοξάζω (doxazô) δραχμή (drachmê) δράκων (drakôn) δράσσομαι (drassomai) δρέπανον (drepanon) δρόμος (dromos) Δρούσιλλα (Drousilla) δύνω (dunô) δύναμαι (dunamai) δύναμις (dunamis) δυναμόω (dunamoô) δυνάστης (dunastês) δυνατέω (dunateô) δυνατός (dunatos) δύο (duo) δυς (dus) δυσβάστακτος (dusbastaktos) δυσεντέριον (dusenterion) δυσερμήνευτος (dusermêneutos) δυσφημέω (dusfêmeô) δυσφημία (dusfêmia) δύσις (dusis) δυσκόλως (duskolôs) δύσκολος (duskolos) δυσμή (dusmê) δυσνόητος (dusnoêtos)
|